Πανηγύρι Ιωάννου Προδρόμου “Κλήδονα”
Εκδήλωση Navigation
Όταν ένα αρχαίο ελληνικό μυσταγωγικό έθιμο ταξιδεύει στους αιώνες και συνδέει το παρελθόν με το παρόν μέσα από μια λαϊκή γιορτή, τότε αυτό και μόνο αρκεί να το γιορτάζουμε! Όπως κάνουν οι Ικαριώτες στο πανηγύρι του Ιωάννου Προδρόμου Κλήδονα στις 24 Ιουνίου στις Ράχες.
Ο Κλήδονας προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «κληδών» που σημαίνει σημάδι, οιωνός, μαντικός λόγος ή ψίθυρος που παραπέμπει σε χρησμό για το μέλλον. Αναφορές για τον Κλήδονα υπάρχουν από την αρχαιότητα σε πολλά έργα του Ομήρου, του Ηροδότου, του Αισχύλου, του Ευριπίδη κ.ά. Αργότερα, εντοπίζεται στο Βυζάντιο, αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη (στην προκειμένη περίπτωση ως κατακριτέο έθιμο που επέφερε βαριές ποινές) και κατεπέκταση στην ελληνική λαϊκή παράδοση.
Στην ουσία πρόκειται για ένα έθιμο που, αν και παραλλαγμένο, ταξιδεύει στους αιώνες από την Αρχαία Ελλάδα και διατηρείται μέχρι σήμερα! Στην απλουστευμένη παρούσα μορφή του γιορτάζεται στις 23 ή 24 Ιουνίου προς τιμήν του Άι Γιάννη του Κλήδονα (ή Ριγανά, ή Ριζικάρη) και συνοδεύεται από το πέρασμα των κατοίκων πάνω από τις φωτιές για να ξορκίσουν το κακό αλλά και για να αποκαλυφθεί στις άγαμες γυναίκες η ταυτότητα του μελλοντικού συζύγου. Ονομάζεται και “Ριζικάρης” γιατί η παράδοση λέει ότι φέρνει τύχη στο ριζικό των ανθρώπων, οι οποίοι πρέπει από την παραμονή της γιορτής να έχουν τακτοποιήσει όλες τις οικιακές δουλειές τους για να διασφαλίσουν την ¨εύνοιά¨ του και “Ριγανάς” επειδή την ημέρα αυτή μάζευαν ρίγανη, πριν την ανατολή του ηλίου, αφού πίστευαν, ότι έτσι είχε μαγική δύναμη.
Πιο συγκεκριμένα, την παραμονή της γιορτής του Άι Γιάννη του Κλήδονα, στις 23 Ιουνίου,κάθε οικογένεια έπαιρνε το πρωτομαγιάτικο στεφάνι του και όλοι μαζί συγκεντρώνονταν στην πλατεία του χωριού ή στις γειτονιές. Μετά τη δύση του ηλίου, τα αγόρια άναβαν μια φωτιά και έκαιγαν τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια. Οι νέοι και τα παιδιά κυρίως αλλά και όποιος άλλος ήθελε, πηδούσαν τρεις φορές πάνω από τις φλόγες και έκαναν κρυφές ευχές. Με αυτή την κίνηση πίστευαν ότι ξόρκιζαν το κακό και τις δεισιδαιμονίες, ενώ παράλληλα θα είχαν υγεία και ευτυχία, καθώς η φωτιά είχε καθαρτική δύναμη. Μόλις τελείωνε το έθιμο του Κλήδονα με τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια, οι ανύπαντρες κοπέλες έπαιρναν νερό από το πηγάδι, την πηγή ή την βρύση του χωριού, το λεγόμενο αμίλητο νερό (ή βουβό, αρπαχτικό ή νερόν άκριτον). Το αμίλητο νερό σχετίζεται με την αλαλία του πατέρα του Ιωάννη Προδρόμου που του προκλήθηκε μέχρι να γεννηθεί το παιδί, γράφοντας το όνομά του σε μια πινακίδα, αφού δεν μπορούσε να το διατυπώσει προφορικά. Η ονομασία δόθηκε στη συνέχεια και στη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσουν τα κορίτσια και κατά τη μεταφορά του νερού δεν έπρεπε να μιλήσουν μέχρι να φτάσουν στο σπίτι που είχε οριστεί να συγκεντρώσουν το νερό από όλα τα δοχεία, παρόλο που τα παλικάρια του χωριού παραφυλούσαν στους δρόμους προσπαθώντας με διάφορα πειράγματα ή και προσβολές να τις κάνουν να παραβούν τον κανόνα, να αντιδράσουν και να μιλήσουν. Αν αυτό συνέβαινε χανόταν η μαντική του “Κλείδωνα” που τόσο ποθούσαν και έπρεπε να αδειάσουν το νερό και να γυρίσουν πάλι πίσω στο πηγάδι για να ξαναγεμίσουν το δοχείο τους. Όσο τα κορίτσια περπατούσαν με το αμίλητο νερό, αν άκουγαν κάποιο όνομα το εκλάμβαναν ως προφητεία για την… συζυγική τους μοίρα! “Το μελλοντικό τους ταίρι, το όνομα που τους μήνυσε ο Κλείδωνας θα φέρει”. Η παράδοση ήθελε όταν γέμιζε το δοχείο, το οποίο η κάθε μία είχε σημαδέψει με μία ανθοδέσμη ή κάποιο προσωπικό αντικείμενο (κόσμημα, κουμπί, δαχτυλήθρα, σημαδεμένο μήλο), το σκέπαζαν με ένα κόκκινο πανί ή με μαντήλι και το στεφάνωναν με φύλλα δάφνης, μυρτιάς, λυγαριάς, κομμένα από παρθένα κοπέλα της οποία και οι δυο γονείς ζούσαν, κι έλεγαν όλες μαζί «Κλειδώνουμε τον Κλήδονα με τ΄ Αγιαννιού τη χάρη κι όποια έχει καλό ριζικό, να δώσει να τον πάρει». Επίσης λέγεται πως εκείνο το βράδυ έβλεπαν στο όνειρο τους, τον μελλοντικό αγαπημένο τους. Το δοχείο έμενε το βράδυ έξω από το σπίτι κάτω από την αστροφεγγιά και το πρωί πριν το δει ο ήλιος κι αφού τελειώσει η λειτουργία πάνε τα κορίτσια στο δοχείο με το νερό σχηματίζουν ένα κύκλο γύρω του και αρχίζει το βγάλσιμο των σημαδιών ως εξής: Οι ποιητάρηδες απαγγέλλουν ένα δίστιχο. Την ώρα της απαγγελίας ένα κορίτσι παίρνει μέσα από το δοχείο ένα σημάδι και το υψώνει. Όποια το αναγνωρίσει ως δικό της το παίρνει και φωνάζει “δικό μου”. Αν το δίστιχο είναι από τα ωραία, δέχεται τα συγχαρητήρια των υπόλοιπων κοριτσιών για το τυχερό της. Π.χ. “Άσπρο γαρύφαλλο κρατώ, κόκκινο θα το βάψω κι αν το πετύχω στη μπογιά, πολλές καρδιές θα κάψω”. Αυτό επαναλαμβάνεται μέχρι να βγουν όλα τα σημάδια από το δοχείο. Τα δίστιχα που βγάζουν τα σημάδια τα λένε ριζικάρια περνάνε από γενιά σε γενιά.
Αν και πλέον δεν ακολουθείται ακριβώς η παραπάνω διαδικασία, το συγκεκριμένο έθιμο συναντάται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, ένα από αυτά είναι οι Ράχες της Ικαρίας, όπου συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου σε ένα πανηγύρι με μυσταγωγικό χαρακτήρα και μεγάλο γλέντι. Η ζωντανή μουσική με τα ικαριώτικα και ο ξέφρενος χορός, ως αναπόσπαστο κομμάτι του νησιού, βρίσκουν άλλη μία αφορμή να μετατρέψουν το νησί σε τόπο χαράς και γλεντιού.
(photo credits: simadiatouaigaiou.files.wordpress.com)
Πρόσφατα Σχόλια